- σπληνία
- σπληνίονpadneut nom/voc/acc plσπληνίᾱ , σπληνιάωto be spleneticpres imperat act 2nd sgσπληνίᾱ , σπληνιάωto be spleneticimperf ind act 3rd sg (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μεγαλ(ο)- — και μεγα / μεγά (ΑM μεγαλ[ο] και μεγα / μεγά ) α συνθετικό πάμπολλων λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής που ανάγεται στο επίθετο μέγας, μεγάλου. Τα σύνθετα στα οποία εμφανίζεται είναι, κατά κανόνα, προσδιοριστικού τ. (δηλ. το α συνθετικό… … Dictionary of Greek
σπληνιᾶν — σπληνιάω to be splenetic pres part act masc voc sg (doric aeolic) σπληνιάω to be splenetic pres part act neut nom/voc/acc sg (doric aeolic) σπληνιάω to be splenetic pres part act masc nom sg (doric aeolic) σπληνιᾶ̱ν , σπληνιάω to be splenetic… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)